Τον τελευταίο μήνα οι κεντρικοί τραπεζίτες πρόσφεραν πολλές λύσεις τους πολιτικούς. Είναι φυσικό να αγανακτούν πλέον και να τους ζητούν να αναλάβουν την πρωτοβουλία.
Την αρχή έκανε την προπερασμένη Παρασκευή ο επικεφαλής της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας Μπεν Μπερνάνκι στο Τζάκσον Χολ. Αρνούμενος κατηγορηματικά να δώσει στις αγορές το νέο, τρίτο κατά σειρά, γύρο ‘ποσοτικής χαλάρωσης’ που από καιρό ζητούσαν, ο πρόεδρος της FED δήλωσε ότι τώρα είναι σειρά των πολιτικών να κάνουν αυτό που πρέπει. «Η πλειοψηφία των οικονομικών μέτρων που στηρίζουν μακροπρόθεσμα μια ισχυρή οικονομική ανάπτυξη είναι εκτός των αρμοδιοτήτων της κεντρικής τράπεζας» δήλωσε. «Η χώρα χρειάζεται μια καλύτερη διαδικασία για τη λήψη των δημοσιονομικών αποφάσεων». Δύσκολα πράματα...
Στη συνέχεια τη σκυτάλη πήρε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ. Και είπε ότι όλα τα προβλήματα οφείλονται στα λάθη των κυβερνήσεων. «Το γεγονός ότι οι αγορές παραμένουν δυσλειτουργικές ανήκει κατά τη γνώμη μας στην αρμοδιότητα των κυβερνήσεων», τόνισε την περασμένη Δευτέρα στις Βρυξέλλες. «Οι κυβερνήσεις εκδίδουν δικούς τους τίτλους. Έχουν την ευθύνη της αξιοπιστίας των τίτλων τους».
Και τον χορό έκλεισε η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Το Σάββατο η Κριστίν Λαγκάρντ εξέφρασε την ανησυχία της για την ευάλωτη θέση των ευρωπαϊκών τραπεζών και δήλωσε ότι χρειάζονται επειγόντως νέα κεφάλαια προκειμένου να αντεπεξέλθουν στο διπλό πρόβλημα των κινδύνων της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης και της πολύ αδύναμης οικονομικής ανάπτυξης. Καλό είναι τα κεφάλαια αυτά να έλθουν από τον ιδιωτικό τομέα, είπε, αλλά σε περίπτωση που αυτό δεν καταστεί εφικτό, πρέπει να δοθούν από το δημόσιο.
Το νόημα όλων αυτών των παρεμβάσεων είναι σαφές και οικείο: οι εκλεγμένες κυβερνήσεις πρέπει να κάνουν πολύ περισσότερα. Πράγματι, έτσι είναι..
Οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες του δυτικού κόσμου νιώθουν ότι έκαναν αυτό που τους αναλογούσε και ακόμα περισσότερα λαμβάνοντας σοβαρά νομισματικά μέτρα τόνωσης της οικονομίας. Σήμερα όμως οι κεντρικοί τραπεζίτες και οι άλλοι αξιωματούχοι βλέπουν με απογοήτευση την επιβράδυνση της οικονομίας να βαθαίνει εξαιτίας της δημοσιονομικής σύσφιξης που γίνεται κυρίαρχη τάση και στην Ευρώπη και στην Αμερική. Κι αυτό συνεπάγεται ένα τεράστιο κενό που καλούνται να καλύψουν ξανά οι ίδιοι, όπως έκανε για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον τελευταίο μήνα ενεργοποιώντας εκ νέου το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της προκειμένου να στηρίξει τα ιταλικά και ισπανικά ομόλογα.
Παρά ταύτα, οι κυρίαρχοι του νομισματικού συστήματος μπορούν και λαμβάνουν μέτρα, όντως εκ των πραγμάτων … υπεράνω. Ο δικός τους κόσμος δεν διαταράσσεται από τις διαμαρτυρίες των ενοχλητικών ψηφοφόρων που, αντιθέτως, υποχρεώνουν τους πολιτικούς να παραμένουν πολύ πιο γειωμένοι. Και οι ψηφοφόροι σήμερα είναι άκρως δυσαρεστημένοι. Ανησυχούν για το χρέος, αλλά ανησυχούν και για την απουσία θέσεων εργασίας.
Στις αρχές της περασμένης βδομάδας ανακοινώθηκε ότι ο δείκτης οικονομικού συναισθήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέγραψε πτώση για 6ο συνεχόμενο μήνα. Οι αιτίες της πτώσης συνδέονται με την ‘ιδιαίτερα σημαντική’ απώλεια εμπιστοσύνης των λιανικών πωλήσεων και των καταναλωτών της Ευρωζώνης, σημείωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Το ίδιο αρνητικά είναι τα πράγματα και στη Βρετανία. Εκεί τον Αύγουστο η καταναλωτική εμπιστοσύνη κατέγραψε χαμηλό 4 μηνών, και φέρεται να είναι τόσο πιεσμένη όσο στις χειρότερες ημέρες της χρηματοπιστωτικής κρίσης και σε επίπεδα που παραπέμπουν σε παλαιότερες υφέσεις. Η ίδια εικόνα επικρατεί και στην Αμερική, όπου ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης βυθίστηκε κατά 15 μονάδες, σε 44.5 τον Αύγουστο. Πρόκειται για τη χαμηλότερη καταγραφή του από τον Απρίλιο του 2009.
Προφανώς κανένα εκλογικό σώμα δεν βλέπει θετικά τη λιτότητα. Συν τοις άλλοις, οι πολιτικοί δεν μπορούν να υποστηρίξουν την περαιτέρω χορήγηση κρατικών κεφαλαίων προς τις τράπεζες, καθώς η πλειοψηφία των καταναλωτών θεωρεί τις τράπεζες υπεύθυνες για τη σημερινή κρίση. Και μπορεί η Κριστίν Λαγκάρντ ως επικεφαλής του ΔΝΤ να προτείνει στα κράτη να εκμεταλλευτούν ξανά τα χρήματα των φορολογουμένων προκειμένου να στηρίξουν τις τράπεζες, δεν τολμούσε όμως να πει κάτι τέτοιο όταν ήταν ακόμη Υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, για να μην εξοργίσει τον κόσμο που ήταν ήδη δυσαρεστημένος με τη λιτότητα.
Και κανείς δεν αγνοεί τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ για να πείσει το γερμανικό Κοινοβούλιο να εγκρίνει τις νέες αρμοδιότητες του ταμείου διάσωσης της Ευρωζώνης, καθώς ορισμένα μέλη του κεντροδεξιού κυβερνητικού της συνασπισμού, θεωρώντας ότι η πρόταση παραχωρεί μεγάλο έλεγχο στις Βρυξέλλες, έχουν απειλήσει ότι θα καταψηφίσουν το πακέτο.
Ούτε όμως πρέπει να αγνοεί κανείς και το ότι αν το Βερολίνο καταλήξει να επιμείνει να έχει μεγαλύτερο λόγο στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το ίδιο μπορεί να ζητήσουν κι άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ΕΚΤ βρίσκει τις ευρωπαϊκές διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων υπερβολικά αργές και δύσκολες, αλλά πρέπει να μάθει να ζει μαζί τους. Όπως ο Μπεν Μπερνάνκι έτσι και ο Ζαν Κλοντ Τρισέ θέλει ένα καλύτερο σύστημα αλλά δεν το έχει, είναι υποχρεωμένος να ζήσει με το σημερινό.
Σε τελική ανάλυση οι κεντρικές τράπεζες της Δύσης βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Η πολιτική τάξη έχει να διαλέξει ανάμεσα στο να φορτώσει τα βάρη της συγκυρίας στις κεντρικές τράπεζες ή να επιβαρύνει περαιτέρω τους ήδη πιεσμένους και δύσπιστους ψηφοφόρους. Γι’ αυτό οι κεντρικές τράπεζες θα σηκώσουν πολύ ακόμη από το βάρος της κρίσης, είτε τους αρέσει είτε όχι.
-
- Το Γνωρίζατε;
-
- Tο 1977 υπήρχαν μόνο 37 άνθρωποι που ντυνόταν σαν τον Έλβις Πρίσλεϊ. Τo 1993, έφτασαν τους 48.000.
Όλο το βάρος στους κεντρικούς τραπεζίτες
Συντονιστής: Agrafos