Το πρόβλημα της Ευρώπης ξεκίνησε από μια χρηματοπιστωτική και τραπεζική κρίση, εξελίχθηκε σε κρίση δημόσιου χρέους και στη συνέχεια μετατράπηκε σε θεσμική κρίση καθώς η συλλογική αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να λάβει αποτελεσματικές αποφάσεις κατέστη το πιο μεγάλο μέρος του προβλήματος. Αυτά τα τρία βασικά συστατικά προβλήματα της σημερινής δύσκολης κατάστασης τρέφουν το ένα το άλλο και απειλούν την παγκόσμια οικονομική σταθερότητα.
Η τραπεζική κρίση της Ευρώπης δεν μπορεί πια να διαχωριστεί από τις εξελίξεις που αφορούν το δημόσιο χρέος και τα θεσμικά προβλήματα. Και γι’ αυτό η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των ‘τεστ αντοχής’ των τραπεζών που είδαμε την περασμένη Παρασκευή μπορεί να έχει τη χρησιμότητά της, όμως δεν πρόκειται να επιφέρει κάποια δραστική αλλαγή στο ευρωπαϊκό πρόβλημα – όπως ίσως θα μπορούσε να συμβεί πριν 2 χρόνια. Είναι αλήθεια ότι η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή καθοδήγησε τα τεστ αντοχής με πιο αυστηρά κριτήρια από ό,τι προεξοφλούσε η πλειοψηφία των αναλυτών. Αλλά ακόμη και μετά τις ανακοινώσεις της Παρασκευής, είναι τα κράτη μέλη που φέρουν την ευθύνη να διασφαλίσουν ότι οι πιο αδύναμες τράπεζες τους θα συγκεντρώσουν τα κεφάλαια που χρειάζονται ή εναλλακτικά θα πουληθούν ή θα αναδιαρθρωθούν. Και με βάση τη μέχρι στιγμής εμπειρία μας, τα περισσότερα κράτη θα είναι απρόθυμα να το κάνουν, με αποτέλεσμα το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα να συνεχίσει να παραμένει εύθραυστο.
Τα τεστ αντοχής των τραπεζών δίνουν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του απογοητευτικού και ασταθούς υβριδίου που υπήρξε η ολοκλήρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ευρώπης. Είναι αλήθεια ότι οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανίζουν μεγαλύτερο βαθμό ολοκλήρωσης από κάθε άλλης ανάλογης ομάδας κρατών και ότι αυτό ενέχει σημαντικά οικονομικά οφέλη. Αλλά στην πλειοψηφία των κρατών της Ευρωζώνης η ιδιοκτησία των εκτός των συνόρων τραπεζών παραμένει περιορισμένη και, κατά συνέπεια, παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση σε ό,τι αφορά την ισχύ των ιδρυμάτων στην αγορά και τους συστημικούς κινδύνους.
Πριν την κρίση, η κυρίαρχη δυναμική παρείχε ώθηση προς την περαιτέρω ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, και σε συνδυασμό με την αργή αποδιάρθρωση των φραγμών που απέρρεαν από τα εποπτικά πλαίσια, εμφανίστηκαν σταδιακά ορισμένοι πανευρωπαϊκοί τραπεζικοί όμιλοι, ως αποτέλεσμα εξαγορών και συγχωνεύσεων ιδρυμάτων από διαφορετικές χώρες. Αλλά η άνοδος των κινδύνων του δημόσιου χρέους αντέστρεψε εν μέρει αυτή τη δυναμική. Και τότε αποδείχτηκε ότι για τα περισσότερα κράτη μέλη η χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση δεν είχε προχωρήσει αρκετά ώστε να αποτρέψει την επανεθνικοποίηση των πιστωτικών συνθηκών, αν και ο αντίκτυπος αυτής της κατάστασης παραμένει εν μέρει ανεκδήλωτος χάρη στις έκτακτες προβλέψεις ρευστότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Στη συνέχεια, όλες οι τραπεζικές συγχωνεύσεις που προκλήθηκαν από την κρίση έγιναν στο εσωτερικό των χωρών και δεν αφορούσαν ιδρύματα περισσοτέρων χωρών, ενώ στη Βρετανία η Επιτροπή Βίκερς κατέθεσε σπουδαίες προτάσεις για τη μεταρρύθμιση του εποπτικού πλαίσιου, που όμως δεν συναρμόζονται με το πλαίσιο της ενιαίας αγοράς της ΕΕ.
Η κρίση μας αποκάλυψε πως ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας είναι αδύνατο να ολοκληρωθεί πραγματικά όσο οι εγγυήσεις των τραπεζών παρέχονται από τις δημοσιονομικά κυρίαρχες εθνικές κυβερνήσεις. Ακόμα και στις ΗΠΑ η ολοκλήρωση της αγοράς υπήρξε αργή και παρατεταμένη. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση που δεν είναι καν ομοσπονδία η κρίση δημιουργεί πραγματικούς κινδύνους για μια ζημιογόνα αποδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα με επιστροφή στα εθνικά πλαίσια. Για να αποτρέψει μια τέτοια εξέλιξη, η ΕΕ θα πρέπει να πάει πολύ πιο πέρα από τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων των τεστ αντοχής των τραπεζών. Συγκεκριμένα θα πρέπει να κόψει εν μέρει τον δεσμό ανάμεσα στις κυβερνήσεις και τα τραπεζικά συστήματα που έχουν βαθιές ρίζες στην πολιτική οικονομία και τη ιστορία κάθε τόπου και να εγκαθιδρύσει τη θεσμική βάση για μια αξιόπιστη πανευρωπαϊκή τραπεζική πολιτική. Τυχόν επιτάχυνση των κινήσεων στο μέτωπο του δημόσιου χρέους μπορεί να ευνοήσει την επιτάχυνση των εξελίξεων και για τις τράπεζες και να ληφθούν αποφάσεις που δεν είχαμε φανταστεί μέχρι τώρα.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να ζητήσουν από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να παράσχει εγγυήσεις στο σύνολο των εθνικών σχημάτων εγγύησης καταθέσεων της Ευρωζώνης αντισταθμίζοντας έτσι τους κινδύνους μιας μαζικής φυγής των καταθέσεων από τις τράπεζες των κρατών της Ευρωζώνης που ετοιμάζονται για μια αναδιάρθρωση του χρέους τους. Η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή που διεξήγαγε με επιτυχία τα τεστ αντοχής θα πρέπει να αποκτήσει περισσότερες αρμοδιότητες εποπτείας και λήψης αποφάσεων για τους πανευρωπαϊκούς τραπεζικούς ομίλους, είτε με απόφαση της ΕΕ, είτε μονομερώς με αποφάσεις των κρατών όπου έχουν την έδρα τους οι όμιλοι αυτοί, συμπεριλαμβανομένων οπωσδήποτε της Αυστρίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Σουηδίας. Η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή θα πρέπει επίσης να διευκολύνει τις εξαγορές των τραπεζών με προβλήματα και ‘τρύπες’ στην κεφαλαιακή τους βάση από ιδρύματα άλλων χωρών και να διαπραγματευτεί την εισαγωγή πολυμερών προβλέψεων για τις ακραίες εκείνες περιπτώσεις όπου απαιτείται η οικονομική συμβολή των φορολογουμένων – όπως συνέβη στη γαλλοβελγική Dexia το 2008. Θα πρέπει επίσης να αλλάξει η διακυβέρνηση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής, με την εισαγωγή ενός νέου εκτελεστικού συμβουλίου στα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κατά τρόπο που θα αντιπροσωπεύει ορθά και θα υπερασπίζεται τα κοινά ευρωπαϊκά συμφέροντα.
Οι αποφάσεις που θα ληφθούν στους επόμενους μήνες θα δείξουν αν η κληρονομιά της κρίσης αυτής θα είναι η ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος ή μια κίνηση προς τα πίσω, προς τον εκ νέου κατατεμαχισμό του. Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η τυχόν αντιμετώπιση των προβλημάτων του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα δεν θα άρει την ανάγκη για επείγουσα δράση σε ό,τι αφορά τα μέτωπα της κρίσης του δημόσιου χρέους και των θεσμικών προβλημάτων, παρ’ όλα αυτά όμως παραμένει ένα απαραίτητο συστατικό στοιχείο της συνολικής λύσης. Η Ευρώπη είτε θα επιβιώσει ακέραιη, είτε θα κατατμηθεί και θα κυλήσει στην ύφεση.
-
- Το Γνωρίζατε;
-
- Την εποχή της παντοδυναμίας της Σπάρτης, το 400 π.Χ., υπήρχαν 25.000 μόνιμοι κάτοικοι και 500.000 σκλάβοι!
Τα τεστ αντοχής δεν θα σώσουν τις ευρωπαϊκές τράπεζες
Συντονιστής: Agrafos