Αποτελεί πλέον κοινό τόπο το ότι η χώρα αντιµετωπίζει πολιτικό πρόβληµα. Και αυτό προκύπτει σχεδόν αποκλειστικά από τη χρεοκοπία της κυβερνητικής πολιτικής. Το ότι η αντιπολίτευση είναι πολύ χειρότερη – επικίνδυνη υποστηρίζουν ορισµένοι και ίσως έχουν δίκιο – έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί άλλοθι.
Οσοι αγαπούν τα ωραία σχήµατα και βαριούνται συνήθως να σκέπτονται αποδίδουν όλα τα δεινά στη σύγκρουση του εκσυγχρονιστικού µε το «βαθύ» ΠΑΣΟΚ. Και είναι αλήθεια ότι ένα µεγάλο µέρος των βουλευτών αλλά και των υπουργών στην πραγµατικότητα διαφωνούν και φτάνουν να υπονοµεύουν το πρόγραµµα των µεταρρυθµίσεων. Οι καθυστερήσεις που καταλήγουν στην αναξιοπιστία της κυβερνητικής πολιτικής αλλά και στην επιβολή όλο και περισσότερων νέων ή «έκτακτων» µέτρων οφείλονται και σε αυτούς.
Ας µην κρυβόµαστε πίσω από το δάχτυλό µας όµως. Αυτό που πρωτίστως έχει χρεοκοπήσει είναι η πολιτική πρόταση µε την οποία το ΠαΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές και µαζί η µέθοδος διακυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου.
∆εν είναι απλώς το «λεφτά υπάρχουν». Αυτό ήταν παρωνυχίδα. Ηταν η όλη σύλληψη της πολιτικής σαν ένα ωραίο πράσινο όνειρο όπου µε τις επενδύσεις στην τεχνολογία και στις εναλλακτικές πηγές ενέργειας θα λύναµε όλα µας τα προβλήµατα, θα ανακτούσαµε την ανταγωνιστικότητά µας. Και µαζί η ψευδαίσθηση ότι µέσα από ανοικτές διαδικασίες και δηµοκρατικό διάλογο η διοίκηση αλλά και οι πολίτες θα αναλαµβάναµε τις ευθύνες µας και θα αντιµετωπίζαµε γραφειοκρατία και διαφθορά.
∆υστυχώς τα πράγµατα δεν είναι έτσι. Η κοινωνία όπως ξέρουµε αποτελείται από κοινωνικές οµάδες µε αλληλοσυγκρουόµενα συµφέροντα, παγιωµένες αντιλήψεις και αντανακλαστικές συχνά συµπεριφορές. Το βλέπουµε καθηµερινά γύρω µας – από τα ταξί και τα σκουπίδια ως τα πανεπιστήµια.
Οι µεταρρυθµίσεις βέβαια και µάλιστα σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης είναι αναπόφευκτο να προκαλούν συγκρούσεις. Στη δική µας περίπτωση ωστόσο κανείς ποτέ δεν υπερασπίστηκε ένα συνεκτικό πρόγραµµα αλλαγών που θα µπορούσε υπό προϋποθέσεις να έχει σοβαρή κοινωνική ανταπόκριση.
Λειτουργήσαµε από την αρχή σαν τα κακοµαθηµένα παιδιά που τους παίρνουν το παγωτό κάποιοι κακοί ξένοι λες και θα µπορούσαµε ποτέ να κινηθούµε χωρίς να παίρνουµε υπόψη τον διεθνή περίγυρο, τις πιέσεις των αγορών, τον Μπαρόζο, τη Μέρκελ αλλά και τις αρνητικές διαθέσεις της κοινής γνώµης στη Γερµανία ή τη Φινλανδία. Φτιάξαµε ψεύτικους φίλους και φανταστικούς εχθρούς βάζοντας στο κέντρο του σύµπαντος την Ελλάδα, αδυνατώντας ακόµη και σήµερα να καταλάβουµε τι συµβαίνει. Βρεθήκαµε έτσι διαρκώς πίσω από τις εξελίξεις παίρνοντας µέτρα – µε τα οποία µας έλεγαν ότι διαφωνούσαν οι µισοί οι υπουργοί, ακόµη κάποιες φορές και ο Πρωθυπουργός – µε πρόχειρο και αντιφατικό τρόπο επικαλούµενοι ξανά και ξανά την αδήριτη ανάγκη την ώρα που υπονοµεύαµε κάθε έννοια κοινωνικής νοµιµοποίησης. Ελεγε, για παράδειγµα, η κυβέρνηση ότι είναι άδικα γιατί τα πληρώνουν οι ίδιοι και οι ίδιοι, αντί να κυνηγήσει τη φοροδιαφυγή ωστόσο, έφερνε κάθε τόσο και µια ρύθµιση-συγχωροχάρτι για τους παραβάτες. Για να µην πούµε για το πολιτικό χρήµα, για τις επιδοτήσεις στα κόµµατα ή για τον νόµο περί ευθύνης υπουργών.
Με δυο λόγια πανικός. Το µόνο που µας σώζει είναι η ωριµότητα των πολιτών. Ως πότε όµως;
-
- Το Γνωρίζατε;
-
- Την πρωταπριλιά του 1957, πολλοί από τους Βρετανούς πίστεψαν τη φάρσα που έστησε ένας παρουσιαστής του τηλεοπτικού δικτύου BBC: Στο ρεπορτάζ, που παρουσιάστηκε στην εκπομπή του, Ιταλοί «αγρότες» συνέλεγαν από δέντρα την ανοιξιάτικη σοδειά ζυμαρικών. Για τις ανάγκες της φάρσας, ένας κάμεραμαν είχε κρεμάσει, σ' ένα ελβετικό χωριό, ζυμαρικά στα κλαδιά των δέντρων.
Βαθύ και... ρηχό ΠΑΣΟΚ
Συντονιστής: Agrafos